Header Painting by Agapi Hatzi

Παρασκευή, Νοεμβρίου 30, 2007

Νευρικοί προβληματισμοί




















Μου τη δίνει να κάνω άσκοπες κινήσεις. Ακόμα χειρότερα μου τη δίνει, όταν με εξαναγκάζουν να κάνω άσκοπες κινήσεις.

Είμαι κλασική οπαδός της αρχής της ελαχίστης προσπάθειας για οτιδήποτε διαδικαστικό και μοναδικός μου στόχος να αφιερώνομαι και να εντρυφώ σε οτιδήποτε θεωρώ εγώ σημαντικό.

Ναι, να εντρυφώ… Μόνο κάτι που μου προσφέρει ηδονή είναι για μένα σημαντικό. Και είπαμε: το άλλο της πρόσωπο λέγεται οδύνη. Μην τα χαλάσουμε με τις έννοιες… Έτσι κι αλλιώς όταν διεισδύεις σε κάτι, αυτομάτως αντλείς both of them.

Να χάνω όμως έστω και ένα δευτερόλεπτο από τα σημαντικά μου, για να πληρώνω σπασμένα ηλίθιων λειτουργών, ανεύθυνων ιθυνόντων και ηθικά χρεοκοπημένων εξουσιολάγνων μου τσακίζει τα νεύρα.

Δεν έχω φυσικά καμία διάθεση να αποσυρθώ, ούτε να μονάσω, αλλά η κοινωνία με ενοχλεί βαθύτατα και όλο και συχνότερα προσπαθώ να αποφεύγω την κατά πρόσωπο συνάντηση μαζί της.

Σιχαίνομαι πια και τις μετωπικές συγκρούσεις, ώστε να έχω τουλάχιστον την ηδονοοδύνη της ανατροπής. Γιατί κάτι τέτοιο θα καθιστούσε την «συνάντηση» σημαντική. Μόνο σε εξέχουσα ανάγκη… Μπορεί βέβαια αυτός να είναι και ο ορισμός του βολέματος…

Τεσπα… Τι σημασία έχει; Καθείς εφ ω ετάχθη. Εμένα πάντως το πρόβλημά μου είναι: πώς μπορείς να ζεις μέσα-έξω ταυτοχρόνως, χωρίς να αυτοαναιρείσαι και κατά συνέπεια να αυτοκαταστρέφεσαι;

Γιατί -κακά τα ψέματα- η ζωή τρέχει μέσα-έξω…

Πέμπτη, Νοεμβρίου 29, 2007

Από έρωτα… (Μία κοινή ιστορία)















Ήτανε 20 ετών κι αγάπησε παράφορα. Δεν ήταν αγράμματη, ούτε καμιά του δρόμου. Μια συνηθισμένη, καθημερινή κοπέλα ήτανε, με τα σχολεία της και τα φροντιστήριά της. Κι η οικογένεια νορμάλ. Στα πλαίσια της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας. Ίσως με τη μόνη διαφορά, πως με κάποιον αδιόρατο τρόπο τής είχαν εμπνεύσει την επιθυμία να δίνεται με πάθος και ολοκληρωτικά…

Ο Ν μεγαλύτερος, γύρω στα 26. Ένας κοινός τύπος κι αυτός, με μια μισοτελειωμένη σχολή και δουλειές εποχιακές. Έδειχνε πολύ ερωτευμένος μαζί της και την είχε βασίλισσα. Μόνο που… μόνο που σεξουαλικά ήταν λίγο μυστήριος. Όλο ήθελε κάτι παραπάνω, κάτι διαφορετικό. Αφού την είχε στριφογυρίσει πολλάκις στο κρεβάτι, ώστε να την έχει διαθέσιμη απ’ όλες τις πάντες, άρχισε να της μιλά για τη γειτόνισσα και πόσο θα ανέβαζε τη σχέση τους μία παραλλαγή.

Εκείνη στην αρχή στεναχωρήθηκε πολύ και τσίνησε, αλλά ο Ν ήξερε να την φέρνει βόλτα. Της εξήγησε, πως ο έρωτας είναι να επιθυμείς την επιθυμία του άλλου. Να ικανοποιείσαι με την ηδονή στα μάτια του αγαπημένου σου, απ’ όπου και αν αυτή προέρχεται. Και πως η γειτόνισσα έτσι κι αλλιώς θα ήταν ένα εργαλείο στα χέρια των δυο τους. Τίποτα παραπάνω. Μία περαστική.

Η Π τελικά ενέδωσε -τον αγαπούσε τόσο!- και η γειτόνισσα μετακόμισε στο διαμέρισμά τους, να μην πληρώνει και τσάμπα νοίκι. Με τον καιρό έγιναν κολλητές. Μέχρι που της άρεσε κιόλας η κατάσταση… Εκείνος όμως άρχισε να τσαντίζεται με τη φιλία τους και κάποια ωραία πρωία, η γειτόνισσα βρήκε τα ρούχα της στο δρόμο κι η Π έφαγε ένα περιποιημένο χέρι ξύλο. Πρώτη φορά γινόταν αυτό, αλλά κάπου ένοιωθε πως είχε κι εκείνος τα δίκια του: σχεδόν τον είχε παραμελήσει…

Μετά απ’ αυτό το συμβάν, ο Ν έδειχνε να βαριέται αφόρητα -δεν είχε και δουλειά- κι άρχισε να φέρνει φίλους στο σπίτι για να περνάει την ώρα του. Έπιναν, έβλεπαν ματς, έπαιζαν χαρτιά… Κάπως την κοίταζαν όμως οι φίλοι: υπονοούμενα, γελάκια… Ένας της έβαλε μια φορά χέρι στα ίσα κι ο δικός της μονάχα χασκογέλασε πάλι και πέταξε κάποια πρόστυχη ατάκα.

Δεν έδωσε πολλή σημασία μέχρις ότου ένα βράδυ ο συγκεκριμένος φίλος έμεινε αργότερα από τους άλλους. Εκείνη είχε ήδη ξαπλώσει, όταν τους είδε να μπαίνουν μαζί στο δωμάτιο κι ο Ν της ψιθύρισε στ’ αυτί τρυφερά: «Έλα μωρό μου, ξύπνα, έχουμε έναν επισκέπτη να περιποιηθούμε»… Η Π έκανε ν’ αντιδράσει, μα της έκλεισε απαλά το στόμα κι άρχισε να τη γδύνει μπροστά στα ξαναμμένα μάτια του φίλου του. Εκείνη τη νύχτα την πήρε μόνος του, με τον φίλο αμέτοχο να αυτοϊκανοποιείται στη θέα τους.

Ο φίλος ξανάρθε και ξανάρθε… Είχε αρχίσει να συνηθίζει την παρουσία του στο χώρο. Τι ποιο φυσιολογικό από το να πέσει κι εκείνος μαζί τους; Πάλι και πάλι και πάλι… Και οι ρόλοι με τον καιρό αντιστράφηκαν· ο Ν κοίταζε κι ο άλλος δρούσε… Το παράπονο της Π, πως κόντευε πια να μην την αγγίζει, ήρθε αντιμέτωπο με την ειλικρινή εκμυστήρευσή του: ανέκαθεν αυτό του άρεσε περισσότερο και θά 'πρεπε να είναι ευτυχής, που μπορούσε να του προσφέρει αυτό που τόσο επιθυμούσε. Έτσι θα έμενε εξάλλου για πάντα δικός της…

Σιγά-σιγά άρχισε να της φέρνει κάθε φορά διαφορετικό άντρα. Ενίοτε και δύο μαζί. Κι εκείνη όλα τα άντεχε, όλα τα υπέμενε… Δεν ήθελε να τον χάσει… Ώσπου κάτι περίεργο πήρε το μάτι της: κάτι κρυφόλογα στην πόρτα και κάποιος απ’ αυτούς να δίνει στον Ν λεφτά. Όταν τον ρώτησε σχετικά, της είπε να μην ανακατεύεται στις αντρικές δουλειές και πως συνέχεια τον έβαζε στη θέση του υπόλογου. Κι έπεσε για ύπνο ολίγον τι μεθυσμένος και βαθιά ενοχλημένος από την στάση της.

Η Π άρχισε να παρατηρεί: ο αγαπημένος της έπαιρνε λεφτά απ’ όλους. Τότε της μπήκε η ιδέα στο μυαλό, μήπως πληρωνόταν για τις δικές της «υπηρεσίες». Κι όταν κάποτε αρνήθηκε να κάνει αυτό που τόσον καιρό έκανε για χάρη του, έφαγε για δεύτερη φορά ξύλο, αλλά αυτήν τη φορά βαρύ: «Τι νομίζεις πως είσαι, μωρή; Μία πουτάνα είσαι», αντηχούσε στ’ αυτιά της η φωνή του, καθώς την έπαιρναν αιμόφυρτη με το φορείο «και πάντα θα κάνεις αυτό που σου λέω εγώ. Γιατί είσαι η δική μου πουτάνα. Ακούς; Δική μου!»

Κι η αγάπη της πλούτισε εκείνην τη νύχτα -με φόβο- και έμεινε για χρόνια πολλά κοντά στον αγαπημένο της… Και τους φίλους του… Σήμερα είναι πια μόνη και μπορεί κανείς να την πετύχει τις νύχτες στη Σκουφά. Λίγο γερασμένη βέβαια και ταλαιπωρημένη, αλλά χορτάτη από έρωτα… Εξάλλου αυτό δεν ζητούσε πάντα απ’ τη ζωή της; Να δίνεται;

Τετάρτη, Νοεμβρίου 28, 2007

Με τίποτα…




















Δεν πρόκειται να μαρτυρήσω την αλήθεια μου.

Η ζωή μου με κατασκοπεύει
και ευκαιρία ψάχνει για να με καταδώσει
σε βάναυσες αρχές, απρόσωπες
και δήθεν ηθικές.

Βασανίστε με, κάντε μου φάλαγγα,
χτυπήστε με με καταλόγους τηλεφωνικούς
να μην διακρίνει κανένας τα σημάδια.

Όμως εγώ δεν θα ενδώσω.
Ούτε ποτέ θα την προδώσω…
την αλήθεια μου…

Τρίτη, Νοεμβρίου 27, 2007

Μία κατάσταση




















Είναι κάποιες φορές, που το μυαλό μοιάζει άδειο.

Σα να μην λειτουργεί η μνήμη κανονικά,
σαν η αντίληψη να αυτοπεριορίζεται,
σαν τα συναισθήματα να πέφτουν σε κατάσταση χειμερίας νάρκης,
σαν όλος ο οργανισμός να βρίσκεται σε κάποιου είδους φυσική καταστολή·

σα να έχεις πάρει ηρεμιστικά ή απλά σα να νυστάζεις…

Κάποιες φορές, ο κόσμος μοιάζει σα να τον βλέπεις στην τηλεόραση
και το μόνο που περιμένεις είναι να περάσει η ώρα να πας για ύπνο·
ή μήπως -εντελώς απρόσμενα- βάλει καμιά καλή ταινία…


Υ.Γ.1
Εγώ πάντως λέω πια να την κλείσω και να πάω έξω για κανά ποτάκι.
Να δούμε όμως με ποιον· που οι περισσότεροι νυστάζουν… ή περιμένουν την ταινία…
Και οι υπόλοιποι έχουν τα νεύρα τους.

Υ.Γ.2
Αχ… πού 'ναι τα χρόνια μας, ωραία χρόνια μας;
Τότε που ήμασταν ακόμα βλαμμένοι· ή που δεν ήμασταν ακόμα βλαμμένοι;
Ιδού η απορία…
...

Δευτέρα, Νοεμβρίου 26, 2007

Πόσο τρυφερά, Θε μου…

Ένα γατάκι
αόρατο τρίβεται
στο μάγουλό μου
...

Σάββατο, Νοεμβρίου 24, 2007

Το τίμημα


Ζωής κέρασμα
οι θρόμβοι που στις φλέβες
συσσωρεύονται
...

Παρασκευή, Νοεμβρίου 23, 2007

Σχεδόν ματαιοδοξία
















Ένας φίλος Αυστριακός έφτιαξε ένα υπέροχο σπίτι στην Πάρο.
Βλέποντάς το τελειωμένο, δάκρυσε κι είπε:
«Αυτό θα είναι ακόμα εδώ, όταν εγώ πια θά ‘χω φύγει».

Μεγαλεπήβολο να χτίζεις και να ντύνεις επιφάνειες,
που θα μείνουν μετά από σένα.

Της μάνας μου της διαλύσαμε -ο αδελφός μου κι εγώ-
τις επιφάνειές της, για να φτιάξουμε καινούριες.
Φοβάμαι, μήπως ένοιωσε πως είχε ήδη αργήσει…

Γιατί, ακόμα και τα σπίτια σού χαρίζουν μία γεύση αθανασίας:
μένει η ματιά σου στα πράγματα, το αισθητικό σου στίγμα…
Οι επιλογές μιας παρωχημένης, αλλά δικιάς σου εποχής·
μια λάμψη από το παρελθόν…

Μία αίσθηση -ή ψευδαίσθηση;- προσωπικής αίγλης…
...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 22, 2007

εμείς, us...


…ας μέναμε νηφάλιοι
δίχως πικρία κι ενοχές
και δίχως να ψάχνουμε τον φταίχτη·

δίχως να μηρυκάζουμε
ποια λόγια περισσέψανε
και πόσα έμειναν να κρέμονται στα χείλη·

ας σώζαμε τα πολύτιμα…

Kαι τ’ άλλα ας καούνε.
...

Τετάρτη, Νοεμβρίου 21, 2007

Και η ζωή συνεχίζεται…


Όμηρο με κρατούσαν δυο δίδυμες ετεροζυγωτικές:
την ασχημούλα την έλεγαν Αμφιβολία
και την άλλη, την όμορφη -αλλά κουφή η κακομοίρα- Ελπίδα.

Ήρθε κι έλυσε τα δεσμά μου η μάνα τους.
Αυτήν την φώναζαν Αλήθεια, μα ήταν παρατσούκλι·
ποτέ δεν έμαθα το όνομα το ουσιαστικό της.

Ξεπροβοδίζοντάς με, ψιθύρισε πως είναι κι εκείνη ταξιδιάρα,
πως ίσως σύντομα ξαναβρεθούμε
και μου χάρισε τρία περίεργα δωράκια:
το δεδομένο, το τετελεσμένο και μια όψιμη παραδοχή.

Πασχίζοντας ν’ απαλλαγώ από το σύνδρομο της Στοκχόλμης,
τα δέχτηκα με μια μελαγχολία, τη φίλησα με τρυφερότητα
στα δυο κόκκινα μάγουλα της (έδειχνε σα να ντρέπεται)
και πήρα ένα άγνωστο για μένα μονοπάτι.



Γυρνώντας όμως το κεφάλι,
είδα με τρόμο πως οι δίδυμες με είχαν πάρει στο κατόπι·
κι η μάνα πάλι άφαντη…
Θ’ απαλλαγώ ποτέ από δαύτες;
...

Τρίτη, Νοεμβρίου 20, 2007

Προθέσεις










Νόμιζα πως σ’ αγαπούσα,
γι' αυτό πάντα σε φρόντιζα
σα νά 'σουνα μικρό παιδάκι.

Νόμιζες πως σ’ αγαπούσα,
μα το μόνο που μέσα μου ήθελα
ήταν να σε κρατάω·

ένα ανήμπορο παιδάκι μέσα στα χέρια τα δικά μου...

...

Δευτέρα, Νοεμβρίου 19, 2007

Σχεδόν θρησκευτικά…




















Όταν γράφουμε -τόσο διαφορετικοί άνθρωποι μεταξύ μας- σχεδόν πάντα βρίσκουμε όλοι κάτι κοινό. Κάτι να πούμε, κάτι να θυμηθούμε, κάτι να σχολιάσουμε. Στη ζωή όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Μένουμε με το στόμα ανοιχτό από τις ενέργειες των γύρω μας· συχνά κι απ’ τις δικές μας (ίσως βέβαια εκεί να βρίσκεται κατ' ουσίαν η κοινότητά μας).

Γιατί με το μυαλό όλα έχουν κάποια συνέπεια. Ενώ στη ζωή… μας σπρώχνει το ζώο μέσα μας. Το μυαλό το έχουμε μάλλον για να ερμηνεύουμε τις κατά βάσιν ενστικτώδεις, ζωώδεις, κτηνώδεις αντιδράσεις μας.

Μερικές φορές πιάνω τον εαυτό μου να ντρέπεται για μένα. Πολλές φορές ντρέπομαι και για τους άλλους. Και η πλάκα είναι πως δεν ντρέπομαι εύκολα… Για την ακρίβεια σιχαίνομαι αυτήν τη λέξη. Γιατί εκείνο το «Ντροπή σου» στο στόμα όλων των Κατίνων του κόσμου -αρσενικών και θηλυκών- σημαίνει κυρίως «Θα σε κατακρίνουν οι άλλοι».

Ντροπή όμως δεν είναι τελικά, νομίζω, να συνειδητοποιείς τη γύμνια σου, ούτε τον διαχωρισμό σου από τους άλλους, αλλά την ύπαρξη -ή ακόμα χειρότερα την υπερίσχυση- του κτήνους μέσα σου.

Φαντάζομαι, το επόμενο στάδιο μετά τη συνειδητοποίηση είναι ν’ αρχίσεις να τα πίνεις με το κτήνος. Παρεούλα, κουβεντούλα, να δούμε τι έχει να πει κι αυτό. Όχι στα κρυφά, όπως κρύβουν οι άπονοι γονείς τα προβληματικά παιδιά τους· face to face και σε ανοιχτωσιά.
Κι ό,τι προκύψει…

Παρασκευή, Νοεμβρίου 16, 2007

Ρίσκο

g help me: ένας εκπληκτικός φωτογράφος…


Στα κρεμαστά παράθυρα
μιας Βενετιάς παρηκμασμένης·
πάνω σε δίχτυα.
Καπνισμένα, παλιοκαιρισμένα και υγρά…

Απ’ άκρη σ’ άκρη ενός -ω ναι!- a priori καναλιού,
σα γέφυρα περίτεχνη φαντάζουν·
είν' όμως μοναχά πλεγμένα νοερά σκοινιά
για να απλώνω την ψυχή μου.

[ Καμιά φορά, σαν πλένεις,
κι εσύ απλώνεις τη δική σου.
Μα την μαζέυεις πάραυτα·
υγρή κι αυτή ακόμα ]

Περνώντας με την μαύρη σου, την αιχμηρή τη γόνδολα
μπορεί με μιας, μπορεί και τώρα,
ίσως σ' ανύποπτη στιγμή, ίσως και τραγουδώντας…
αφηρημένος ή επίτηδες
στα δύο να την κόψεις.


Πέμπτη, Νοεμβρίου 15, 2007

Ποιον πόνο να διαλέξω;













Έχω να διαλέξω μεταξύ πάλης με τον εαυτό μου και φυγής.
Έχω να διαλέξω: είτε να αποδεχθώ, ότι ο άλλος έτσι είναι και δεν αλλάζει,
είτε ότι εγώ έτσι είμαι και δεν έχω καμιά όρεξη ν' αλλάξω για κανέναν.

Στην πρώτη περίπτωση πρέπει να παλέψω την οργή, που μου δημιουργούν κάποιες πλευρές του άλλου, να μπω στη θέση του, να προσπαθήσω να καταλάβω. Στην ουσία πρέπει να αλλάξω δηλαδή. Να ξεριζώσω πεποιθήσεις και συναισθήματά μου.
Πόνος.

Στη δεύτερη δεν καταβάλλω καμία προσπάθεια. Μένω όπως είμαι, φεύγω και τελείωσε.
Έχω όμως να παλέψω με την έλλειψη, με την απουσία, με την ανικανοποίητη ανάγκη μου.
Πόνος.

Όταν αποφασίζουμε να μείνουμε κάπου, υπεισέρχεται θέμα ανταγωνισμού: γιατί να αλλάξω εγώ και να μην αλλάξεις εσύ; Κι έτσι οδηγούμαστε στο πλέον σύνηθες. Κανείς δεν παλεύει με τον εαυτό του, παλεύουμε μεταξύ μας. Παλεύει ο ένας να αλλάξει τον άλλον.

Αυτό οδηγεί κάποια στιγμή σε προσωπική στασιμότητα.
Αντί να εξελισσόμαστε κι οι δύο, όπως ίσως θα περίμενε κανείς, κάτω από το βάρος της συνεχούς -έστω και σιωπηρής- αλληλοκριτικής, επέρχεται κάποιο εσωτερικό βόλεμα και κατά συνέπεια η στασιμότητα. Γιατί; Απλό: πάντα φταίει ο άλλος… Ο άλλος είναι ο σκάρτος, ο λάθος, ο λίγος. Είναι πολύ βολικό να έχεις κάποιον να τον κατηγορείς μέσα σου για τα πάντα.

Δεν μου κάνει… Μένω στο δίλημμα: πάλη με τον εαυτό μου ή φυγή;
Ο πόνος είναι ο μόνος δεδομένος…


Υ.Γ.
Πάντως, για να κάνω και λίγο αυτοκριτική, μέχρι τώρα:
όταν οι άλλοι μου ήταν ψιλοαδιάφοροι έφευγα. Μικρό το κακό.
Όταν δεν μου ήταν αδιάφοροι, δεν έφευγα ποτέ.
Είτε προσπαθούσα να τους αλλάξω, είτε προσπαθούσα να αλλάξω τον εαυτό μου· συνήθως όμως, όχι επειδή αποδεχόμουν τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες τους, αλλά επειδή εκείνοι δεν αποδέχονταν εμένα. Μεγάλη η διαφορά… Τεράστια…

Γίνεται δουλειά και έτσι -δε λέω. Αλλά μέχρι ενός σημείου. Δεν αλλάζεις πραγματικά, μόνο και μόνο για να γίνεις αποδεκτός. Η διαδικασία να κατανοήσεις και να αποδεχτείς εσύ τους άλλους, είναι πιο εσωτερική, πιο βαθιά… Κι η αλλαγή σου τότε πιο ουσιαστική…

Τετάρτη, Νοεμβρίου 14, 2007

Έχετε παρατηρήσει…

…πως πολύς κόσμος αντιδρά στον πόνο -εν είδει άμυνας- με κακία;
...

Στο μπλε
















Σαν αποδημητικό πουλί
φευγάτο από καιρό…
Έχει σχεδόν ξεχάσει το σπίτι το παλιό.

Δεν είναι το πρώτο του ταξίδι,
δεν χάθηκε στο δρόμο.
Ούτε και χάλασε η εσωτερική πυξίδα.

Σωστά πάει· προς τα ‘κεί που το καλεί η φύση.
Μόνο που να…

Σα να απλώθηκε ο ωκεανός,
σα να μειώθηκαν τα μικροσκοπικά νησάκια,
σα να απομακρύνθηκε ο τόπος του νέου καλοκαιριού.

Μονάχο συνήθως -πόσους συνταξιδιώτες έχασε αλήθεια;-
φτερουγίζει-φτερουγίζει…
Και από κάτω πάντα η θάλασσα·

κι ολόγυρα πάντα το μπλε…
...

Τρίτη, Νοεμβρίου 13, 2007

Για μία μνήμη…













Έχω έναν ολόκληρο κόσμο μέσα στο μυαλό μου.
Είναι όλοι εκεί.
Όσοι γνώρισα, όσοι αγάπησα, όσοι πίστεψα.
Όσοι υπάρχουν και όσοι δεν υπάρχουν πια.
Εκεί είναι όλοι άφθαρτοι μέχρι να φθαρώ εγώ.

Ίσως τελικά η μόνη βάσιμη ελπίδα του ανθρώπου να είναι αυτή:
να ζει σε μία έστω μνήμη. Κι είναι τόσο βραχύβιες…

Ευτυχώς ή δυστυχώς πρέπει να είναι μεγάλη η φιλοδοξία σου…
και σημαντικό το όποιο επίτευγμά σου…
για να διαιωνίζεσαι στις μνήμες.

(Πού στηρίζουν άραγε οι παπάδες εκείνο το «Αιωνία του/της η μνήμη»;)

Κάποιος εύθραυστος φίλος με ρώτησε αν θα τον θυμάμαι κι όταν του είπα ναι,
αναλογίστηκε λυπημένος πόσο γρήγορα θα φύγω κι εγώ…

Είπα μέσα μου, πως μου φτάνει η μνήμη αυτών που αγαπώ.
Πως παραπέρα αδιαφορώ· μήπως όμως έτσι νομίζω; Ακόμα;

Ίσως το τρενάκι του αναπόδοτου έρωτα αναπαράγεται ακόμα κι εδώ:
μόλις σ' αγαπήσει ο θάνατος, ερωτεύεσαι την αθανασία…

Κυριακή, Νοεμβρίου 11, 2007

Το φωτεινό παράθυρο

Όχι… δεν σηκώνω το τηλέφωνο…
Το αφήνω να χτυπάει μέχρι να βαρεθεί ο όποιος στην άλλη πλευρά της γραμμής.
Τα κλαμένα μάτια και οι σπασμένες φωνές με αποπροσανατολίζουν· με βυθίζουν.

Θέλω να κρατήσω το βλέμμα μου στο φως… σ’ εκείνον τον άπλετο, εκτυφλωτικό ήλιο
που ήρθε και με συνάντησε μέσα από τις μισάνοιχτες περσίδες ενός παραθύρου, σχηματισμένου ξάφνου από κάποιο αόρατο χέρι.

Δεν μπορώ να δείξω το φωτεινό μου παράθυρο σε κανέναν. Όμως εγώ δεν θα στρέψω το βλέμμα μου προς το χώμα. Μόνον αύριο… Μόνο για μια στιγμή και μετά, ποτέ ξανά…

Σάββατο, Νοεμβρίου 10, 2007

Άλλο ένα όνειρο

Κοντά-κοντά με το προηγούμενο όνειρο, πέρυσι, είχα δει και αυτό:

Η μητέρα μου ζούσε λέει με τον πατέρα μου (που έχει πεθάνει 10 χρόνια τώρα) στο μέρος που είναι το εξοχικό μας. Αλλά όχι στο δικό μας σπίτι, σε ένα άλλο, που ήταν λέει στο δρόμο του Πόθου.

Ο πατέρας μου πουλούσε βερίκοκα κι η μητέρα μου ντυνόταν σαν τσιγγάνα και ζούσαν μια ζωή αλλόκοτη.
Τους έλεγα «Γιατί το κάνετε αυτό; Αφού έχουμε λεφτά».
Και η μητέρα μου μού έλεγε: «Δεν έχω νοιώσει ποτέ στη ζωή μου ξανά τόσο ελεύθερη, όσο τώρα».

Ήταν σαν… ευτυχισμένοι! Και απορούσα…

Ξύπνησα με μια όμορφη αίσθηση, αλλά με τη βεβαιότητα πως η μητέρα μου θα έφευγε.
Το παράξενο σ’ όλα αυτά είναι, πως η μητέρα μου εκείνον τον καιρό δεν είχε κανέναν λόγο να πεθάνει.

Υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν ξέρουμε, δεν αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας
-και ούτε βέβαια με τη λογική μας-, αλλά τα νοιώθουμε με κάποιον άλλον, μυστήριο τρόπο.

Τα όνειρα είναι σημείο συνάντησης πολλών κόσμων… παράλληλων, διασταυρούμενων… δεν ξέρω… Αλλά, νομίζω, υπαρκτών…


Υ.Γ. Αυτό το τραγουδάκι μου το τραγουδούσε η γλυκιά μου μαμά, όταν ήμουν μικρή:


Que Sera, Sera,
Whatever will be, will be
The future's not ours, to see
Que Sera, Sera
What will be, will be…
...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 08, 2007

Ένα χρόνο μετά...


Πέτρες και Σκόνη
Τετάρτη, Νοέμβριος 01, 2006

Ήρθε απόψε στον ύπνο μου και με χτύπησε ο θάνατος. Όχι, δεν πέθανε κανείς, μα ήταν ακριβώς το ίδιο.

Με τράνταξε, άνοιξα τα μάτια διάπλατα, σα να είχε διαπεράσει το στήθος μου κοντάρι.

Όχι ο δικός μου ο θάνατος… ο θάνατος της μάνας μου, ο θάνατος αυτών που αγαπάω…
ο μελλοντικός θάνατος…

Δεν μπορούσα, δεν ήθελα, ήθελα μονάχα να ξανακοιμηθώ. Πήγα ν’ αποδιώξω τη σκέψη, όπως κάνω πάντα γι’ αυτά τα πράγματα. Γιατί αλλιώς δεν θα ‘χω πια κουράγιο να ζήσω. Θα καταρρακωθώ.

Μα είναι, φαίνεται, παλιός ο τρόπος μου αυτός. Της άρνησης. Κάτι έχει αλλάξει.

Έκλεισα τα μάτια και είδα το σώμα μου να γίνεται πέτρες και σκόνη και να εκσφενδονίζεται στο χάος. Δεν πόναγα, δεν φοβόμουν, δεν λυπόμουν. Απλώς σκεπτόμουν -ένοιωθα μάλλον- πως είμαστε περαστικοί. Πως όπως ήρθαμε, θα φύγουμε. Και πως δεν πειράζει.

Και το μόνο, που ένοιωθα ήταν αγάπη. Όχι το μάταιο, ένοιωθα αγάπη…

Μετά τελείωσε το όραμα αυτό και άνοιξα ξανά τα μάτια. Κι έκλαψα… Είχα γυρίσει πίσω στον παλιό, μικρό, αδύναμο εαυτό μου. Δεν μπορούσα πια να ξανακοιμηθώ, το ήξερα. Σηκώθηκα, έγραψα. Κι έκλαιγα… έκλαιγα… ασταμάτητα…



Ένα χρόνο μετά έφυγε η μάνα μου· η μαμά μου…

...

Παρασκευή, Νοεμβρίου 02, 2007

Ο αψηλός πίσω από τον Μωυσή…












…δε νοιώθει ενοχές ποτέ. Ή τουλάχιστον έτσι λέει. Πάντα βρίσκει μια εξήγηση για ό,τι κάνει -εκλογίκευση δεν το λένε αυτό τελευταίως;- με πρώτη και καλύτερη ότι έτσι του αρέσει. Στο κάτω-κάτω δεν ενοχλεί κανέναν. Δεν διαπράττει φόνους, απαγωγές και ληστείες. Αν και στην εικόνα δείχνει να το σκέπτεται: «Να τον σπρώξω τώρα τον κοντό ή να τον αφήσω;» Ο αψηλός πάντως ζει ακόμα· και από τις δέκα εντολές:


  1. Την 1η την πιστεύει ακράδαντα κατά το ένα τρίτο
    (Εγώ είμι Κύριος ο Θεός σου, ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού).

  2. Τη 2η δυσκολεύεται να την τηρήσει, γιατί το κινητό του έχει κάμερα.
    (Ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα, όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γή κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης).

  3. Της 3ης της έχει πετάξει δυστυχώς τα μάτια έξω
    (Ου λήψει το όνομα του Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω).

  4. Την 4η την εφαρμόζει με μία μέρα καθυστέρηση, γιατί την Κυριακή είναι κλειστά τα μαγαζιά και οι δημόσιες υπηρεσίες και την αφιερώνει στον έναν και μοναδικό θεό του… τον εαυτό του.
    (Εξ ημέρας έργα και ποιήσεις πάντα τα έργα σου. Τη δε ημέρα τη εβδόμη σάββατα Κυρίω τω Θεώ σου).

  5. Για την 5η έχει κάτι φροϋδικούς προβληματισμούς κι επίσης στα μπινελίκια κολλάνε τόσο ωραία τα «…τη μάνα μου» κλπ
    (Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, ίνα ευ σοι γένηται και ίνα μακροχρόνιος γένη επί της γης).

  6. Την 6η την εφαρμόζει, αρκεί να μην είναι ερωτευμένος με τρίτο πρόσωπο
    (Ου μοιχεύσεις).

  7. Την 7η πάλι την τηρεί, όταν δεν αφορά στο κράτος
    (Ου κλέψεις).

  8. Την 8η την πιστεύει 100% για τους ανθρώπους, στα υπόλοιπα ζωντανά και κυρίως στα έντομα κάνει κάποιες εκπτώσεις
    (Ου φονεύσεις).

  9. Την 9η την τιμά περισσότερο από όλες τις άλλες. Δεν χρειάζεται να ψευδομαρτυρήσει. Η αλήθεια είναι υπεραρκετή για να κατηγορήσει όποιον δεν χωνεύει.
    (Ου ψευδομαρτυρήσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή).

  10. Κι επειδή έχει φιλοσοφήσει τη ζωή, τηρεί και την 10η, εκτός αν ισχύει ο όρος της 6ης
    (Ουκ επιθυμήσεις πάντα όσα τω πλησίον σου εστί).


Πάνω απ’ όλα όμως αρνείται να υπακούει σε εντολές…
...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 01, 2007

Δεν είναι ο κόσμος κουφός


Εξήγησέ τους· πείσε τους, αν το θες.
Ή μ’ ένα σου χαμόγελο ίσως τους σαγηνέψεις.
Μα δεν θα τους επιβληθείς με τις φωνές,
ούτε θα τους τρομάξεις· όσο κι αν αγριέψεις.

Η ένταση όλους τους διώχνει.
Κι επίσης τους πεισμώνει…


Καλό μας Νοέμβρη!